- ἀκροατηρίῳ
- ἀκροᾱτηρίῳ , ἀκροατήριονplace of audienceneut dat sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
δίκη — Με τον όρο δ. υποδηλώνεται το σύνολο των πράξεων οι οποίες αποτελούν την ιδιαίτερη εκείνη νομική σχέση που ονομάζεται δικονομική σχέση και αναπτύσσεται μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών και των δικαστικών οργάνων του κράτους προς τον σκοπό της… … Dictionary of Greek
AUDITORIUM — Graece Κατηχουμεν´ιον, locus in Aede sacra, in quo consistebant Audiemes seu Catechumeni; vellocus, ubi fideles verba Contionatorum excipiebant. Concil. Carthag. IV. c. 24. Sacerdote verbum faciente in Ecclesia, qui egressus de Auditorio fuerit,… … Hofmann J. Lexicon universale